Φλωρινιώτης

Φλωρινιώτης
ο
θηλ. -ισσα αυτός που γεννήθηκε στη Φλώρινα της Μακεδονίας ή που κατάγεται από αυτή, ο κάτοικος της Φλώρινας: Οι Φλωρινιώτες είναι συνηθισμένοι στο κρύο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Φλωρινιώτης — ο, θηλ. Φλωρινιώτισσα, Ν ο κάτοικος τής Φλώρινας ή αυτός που κατάγεται από τη Φλώρινα. [ΕΤΥΜΟΛ. < Φλώρινα + κατάλ. ιώτης (πρβλ. Βολ ιώτης)] …   Dictionary of Greek

  • φλωρινιώτικος — η, ο, Ν [Φλωρινιώτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Φλώρινα και στους Φλωρινιώτες 2. αυτός που προέρχεται από τη Φλώρινα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”